28 Μαρτίου 2024
Ανατολική Αιγιαλεία: 14° C
Η ΑΥΛΗ ΤΩΝ ΘΑΥΜΑΤΩΝ (Αρθρο της Τασίας Ευσταθίου)
08 Ιουνίου 2012

«Κάθε πολιτιστικός σύλλογος που ανεβάζει παραστάσεις και σέβεται τον εαυτό του, πρέπει να κάνει προγραμματισμό δεκαετίας εντάσσοντας στο ρεπερτόριό του κλασικά έργα του νεοελληνικού θεάτρου. Ένα τέτοιο έργο είναι η Αυλή των Θαυμάτων του Ιάκωβου Καμπανέλλη». Τα λόγια ανήκουν στη θεατρολόγο Ευανθία Στιβανάκη. Τα μοιράστηκε με τη θεατρική ομάδα στο πλαίσιο των θεατρικών εργαστηρίων το 2004, για  το ανέβασμα της κωμωδίας Εκκλησιάζουσες του Αριστοφάνη.

Σαν ώριμο φρούτο λοιπόν ήρθε η απόφαση του Δ.Σ. του ιστορικού μας Συλλόγου να ανεβάσει  τη φετινή θεατρική σεζόν το έργο αυτό και να ρισκάρει με επαγγελματία σκηνοθέτη, το φίλο της Ακράτας απ’ τα παλιά, Κώστα Φαρμασώνη.

 

Αν υπήρχε μια φράση που να χαρακτηρίζει την παράσταση της Αναγέννησης, θα ήταν: «Παράσταση μπουνιά στο στομάχι». Αυτό ένιωσαν μετά το τέλος της παράστασης οι θεατές φεύγοντας από την αίθουσα του συλλόγου. Τα βουρκωμένα μάτια, ο ομολογημένος από πολλούς «κόμπος στο στομάχι», η διάχυτη συγκίνηση.

Θα παραβλέψω τα ενθουσιώδη συγχαρητήρια, τα σφιχταγκαλιάσματα, τα αυθόρμητα και τα από καρδιάς λόγια προς όλους ανεξαιρέτως στους ερασιτέχνες ηθοποιούς που συμμετείχαν. Άξιζαν και με το παραπάνω τα θετικά μας σχόλια.

Θα μείνω στην μία ανάσα όλων μας. Ένιωθες τη βουβή ανάσα του κόσμου δίπλα σου εναρμονισμένη με τη δική σου. Όλοι είχαμε το ίδιο καρδιοκτύπι. Ίσως γιατί είμαστε το ίδιο απογοητευμένοι, οργισμένοι και ευάλωτοι αυτή την εποχή. Ίσως γιατί μπήκαμε κι εμείς σαν τους πρωταγωνιστές του έργου στη μακριά πορεία των ανθρώπων που περπατάνε χωρίς προορισμό στο αύριο.

 

Συνήθως στις ερασιτεχνικές παραστάσεις νιώθουμε ένα είδος αμηχανίας, που οφείλεται στην λανθασμένη σκηνοθετική προσέγγιση, στην ελλιπή απόδοση των ρόλων, σε ατέλειες της παράστασης. Στη συγκεκριμένη παράσταση τα συναισθήματα των θεατών ήταν πολύ ξεκάθαρα και έντονα. Οι εικόνες ευδιάκριτες. Οι  ρόλοι σμιλεμένοι στην εντέλεια, με σεβασμό στην απειρία του ερασιτεχνισμού και με έξοχο αποτέλεσμα στους έμπειρους γνωστούς υπόπτους του ακρατινού θεάτρου. Η δε ατμόσφαιρα ήταν τόσο υποβλητική που διαταράχθηκε μόνο από το ατυχές συμβάν του τραυματισμού της Νίκης στην πρεμιέρα και από κάποια ξεχασμένα ανοικτά κινητά. 

 Θα σταθώ στη σκηνοθεσία. Αυτή ανέβασε το έργο ψηλά. Τόσο ψηλά μέχρι εκεί που είχε τοποθετηθεί ο Ιορδάνης για να ονειρεύεται ανενόχλητος, να συνομιλεί με τ’ άστρα και να διαφυλάττει το όνειρό του ως το τέλος του έργου. Ψηλά σε ένα πατάρι, με σήμα κατατεθέν ένα ταπεινό γλαστράκι με βασιλικό στον ίσκιο της σημαίας. Η σκηνοθετική ματιά ανέδειξε σύγχρονα νοήματα. Ο έμπειρος σκηνοθέτης χρυσοθήρας άντλησε από τα κοιτάσματα της νεότερης θεατρικής δραματουργίας το πραγματικό χρυσάφι. Δεν έμεινε στο θέμα μετανάστευση, Ελλάδα, χαρακτήρες, που πλάθει μοναδικά με την πένα του ο δημιουργός. Ανέδειξε επίκαιρα κι όσο ποτέ άλλοτε αληθινές καταστάσεις όχι για τους λίγους αλλά για όλους μας.

 

Είναι που οι «δύστυχοι καιροί» έχουν κλέψει την προσοχή, το συναίσθημα και τη σκέψη μας. Γι΄ αυτό νιώσαμε τόσο βαθιά τα όσα μας είπε ο Καμπανέλλης. Γι΄ αυτό, αν μας δινόταν η δυνατότητα, θα σπρωχνόμασταν όλοι μας να τυλιχτούμε με τη σημαία τρόπαιο και φυλακτό του ήρωα Στέλιου, που ενσάρκωσε τόσο αληθινά ο Σπήλιος Ζιδρόπουλος, για να ζεστάνουμε την πονεμένη μας ψυχή, να πάρουμε κουράγιο από την αποκαθήλωση του ιερού πανιού, που ο νεκραναστημένος Έλληνας το φυγαδεύει προς άγνωστη κατεύθυνση για να το προστατέψει και να μη το ξεπουλήσουν κι αυτό τα ντόπια αρπακτικά όρνεα.

Θα θέλαμε να ήμαστε κομμάτι εκείνης της αυλής, της παλιάς γειτονιάς με τα μίση, τις συμπάθειες, τις έχθρες, τους έρωτες, τις καθημερινές πράξεις ζωής, τις ανατροπές. Μιας γειτονιάς που ανάθρεψε γενιές, συμπεριλαμβανομένης και της δικής μου, που σαν διευρυμένη οικογένεια τα μέλη της γνώριζαν τα σουσούμια του άλλου, αναμασούσαν την καθημερινότητα με τον πασατέμπο του κουτσομπολιού, επενέβαιναν στην προσωπική ζωή, διέλυαν σχέσεις, προσπαθούσαν να προφυλάξουν ή να περισώσουν τους παραστρατημένους, ακόμα και να γιατρέψουν τις ανοικτές πληγές μιας ολόκληρης κοινωνίας.

 

Ο συγγραφέας, έλεγε ο Άγγελος Τερζάκης είναι η φωνή του κόσμου, η ψυχή της κοινωνίας. Με την Αυλή των Θαυμάτων, ο Καμπανέλλης κατόρθωσε να μιλήσει εξ ονόματος όλων μας. Να κάνει τη σιωπηρή κραυγή μας ηχηρή γνώση και συνειδητοποίηση ότι το να ζεις σε αυτή τη χώρα είναι Θαυμα-στός Άθλος.

Ο Στέλιος πέφτει απ’ το νταμάρι και γίνεται αδελφοποιτός του αυτόχειρα ηλικιωμένου, εν έτει 2012, στο Σύνταγμα. Ο Μπάμπης και η Βούλα, χαρακτήρες τέλεια ενσαρκωμένοι από τους Σωτήρη Καζαντζίδη και Ειρήνη Μιχαλάκη, μάταια προσπαθούν να φύγουν για την Αυστραλία. Κουβαλούν τη βαλίτσα του σύγχρονου εξαπατημένου από το πολιτικό σύστημα Έλληνα νεομετανάστη που επαιτεί για δουλειά κι αξιοπρέπεια στις αγορές του κόσμου. Η νεαρή ομορφούλα με ένα περιοδικό τότε στα χέρια, η καλοκαμωμένη Μαρία Λεντζάκη, ονειρευόταν να διαπρέψει στον κινηματογράφο, σήμερα με την τηλεόραση φωτοδότη νέων χαλαρών ηθών, είναι η δίδυμη της νέας της εποχής μας, που ονειρεύεται να γίνει σταρλετίτσα ή μανεκέν στις λαμπερές πασαρέλες του εφήμερου τίποτα.

 

Η εμβληματική φιγούρα του Ιορδάνη- ο Νίκος Γραβάνης στο ρόλο της ζωής του, πάνω στο πατάρι, μακριά από τα πάθη της αυλής, συνειδητά αποστασιοποιημένος, καμένος από τον ξεριζωμό, παραμένει η φωνή της συνείδησης μιας κοινωνίας που παραπαίει. Ο τίμιος υδραυλικός, που δρα καταστροφικά στη διάλυση της ήδη ετοιμόρροπης σχέσης Στέλιου –Όλγας, της ώριμης θεατρικά Μάρης Παπαγεωργοπούλου, σε πολύ καλά δουλεμένο ρόλο με κινηματογραφικές αναφορές στο Λιμάνι της Αγωνίας του Μάρλον Μπράντο, ο Πάνος Βασιλόπουλος. Η αέναη Αστά σύντροφος του Ιορδάνη, ως αερικό η νεοεισερχόμενη στο σανίδι Μαρία Αγγελακοπούλου, πόσο μοιάζει με τις μανάδες του κόσμου που αγωνιούν και ζουν με συγκαταβατικότητα ακόμα και τις μεγαλύτερες θύελλες της ζωής τους! 

 

Θα μπορούσε ο καθένας από εμάς να είναι ένας χαρακτήρας του έργου. Διαλέγουμε και παίρνουμε. Απ’ όλα έχει ο μπαξές του καφενείου «Η Ωραία Ελλάς». Σαν την Αννετώ που αποδομεί σχέσεις, δηλητηριάζει με μικρότητες και μετανιώνει ύστερα από το φόβο της μοναξιάς, πειστική κακότροπη θείτσα η Νίκη Σταυροπούλου. Σαν τη Μαρία, τη σύζυγο του ναυτικού, που ψάχνεται να γεμίσει τα κενά της ύπαρξής της, που όμορφα απέδωσε η Κατερίνα Μέτσιου.

Είναι γιατί, όλοι μας διαμορφώσαμε το χαρακτήρα μας σε αντίξοες κοινωνικές συνθήκες, σε ένα κράτος παράλυτο, σε μια πατρίδα που ζητά από τα παιδιά της να την προστατέψουν ενώ η ίδια τα αφήνει ξεκρέμαστα. Κι ο νους μας τρέχει στο νεαρό Γιάννη, που σαν μικρό γλαρόνι φοβάται να ανοίξει τα φτερά του και να πετάξει πίσω απ’ τ’ όνειρο της αυτοπραγμάτωσης– συμπαθέστατος στο ρόλο ο Μανώλης Τσαγκάς. Σε μια χώρα που τα όνειρα των παιδιών της έχουν διάρκεια όσο η φλόγα ενός σπίρτου που σβήνει κι αυτή με την έλευση της κορδέλας της αντιπαροχής. Μιας διαδικασίας, που απ’ το 50 και μετά μετέτρεψε τις ιστορικές μας πόλεις σε τερατουπόλεις, αποδομώντας ταυτόχρονα την κοινωνική οργάνωση και τις ανθρώπινες σχέσεις και που πιστά έπαιξαν στους ρόλους τους οι μηχανικοί της ισοπέδωσης Κώστας Αυλωνίτης και Νίκος Αναστασόπουλος.

 

Σε μικρότερους αλλά πολύ σημαντικούς ρόλους ο ταχυδρόμος με το τηλεγράφημα αίνιγμα Μηνάς Ντεβές, ο αστυφύλαξ Ανδρέας Σακελαρίου. Όσο δε, για το μαστορόπουλο της βιοπάλης, ο νεαρούλης Σπύρος Ασημακόπουλος, με τις γεμάτες απ’ τη φρεσκάδα της νιότης του ερωτήσεις, σκόρπισε αγνά χαμόγελα.      

Φάνηκε ότι το έργο ήταν καλοδουλεμένο στην κάθε του λεπτομέρεια. Τίποτα δεν ήταν αφημένο στην τύχη του. Γευτήκαμε κάθε σκηνή όμορφα και με μια αληθινή αίσθηση ότι πραγματικά έτσι ακριβώς συμβαίνει και στη ζωή. Ο σκηνοθέτης μάς παρέδωσε τις σκηνές τόσο αυτόνομες αλλά και τόσο άρρηκτα συνδεδεμένες με τη ροή του έργου. Οι μουσικές του επιλογές βοήθησαν προς αυτή την κατεύθυνση. Τα σκηνικά από τη Τζωρτζίνας Κωστοπούλου απέπνεαν την ηρεμία και τη γλυκύτητα της γειτονιάς που έφυγε, οι φωτισμοί πολύ καλά σχεδιασμένοι από τον Μάριο Κουτσουρέλη και τα προσεγμένα κοστούμια από τις Πέννυ και Χριστίνα Παπαγεωργοπούλου και Βάσω Καρρά αναδείκνυαν την εποχή χωρίς υπερβολές και με μια νότα νοσταλγίας.

 

Άξιζε ο κόπος τόσων μηνών εξαντλητικής πρόβας στη χειμωνιάτικη μοναχική Ακράτα από τους ερασιτέχνες όχι μόνο της Ακράτας αλλά του Αιγίου και της Αιγείρας, καθώς συμμετείχαν και ηθοποιοί από άλλες θεατρικές ομάδες. Το θέατρο είναι μια συλλογική προσπάθεια κι αυτό το έκανε πράξη το συμβούλιο του συλλόγου, ενεργοποιώντας και τους αφανείς ήρωες των παρασκηνίων (Γιάννα Κούρτη στο υποβολείο, Βικτωρία Γκούμα μακιγιάζ, Κατερίνα Φαρδέλα χτενίσματα, την τεχνική ομάδα: Κώστα Πολύζο, Αντώνη Βλάχο, Σπύρο Τράγο και Παναγή Παναγόπουλο ως βοηθό σκηνοθέτη).

 

Ας μην μας διαφεύγει, η Αναγέννηση έχει συνεπή παρουσία στη θεατρική παραγωγή. Μόνο την τελευταία δεκαπενταετία ανεβάζει ανελλιπώς  ένα θεατρικό έργο κάθε χρόνο, χώρια οι πολιτιστικές εκδηλώσεις και το παιδικό θέατρο. Ένας σύλλογος με βαριά ιστορία, κόσμημα της Ανατολικής Αιγιάλειας, μας χάρισε μια παράσταση που θα τη θυμόμαστε για πολύ μα πάρα πολύ καιρό.

 

Ιούνιος 2012

 

Χελμός © 2024
Σχεδιασμός, Ανάπτυξη & Φιλοξενία